Ypogeo/Υπόγειον

lunedì 13 maggio 2024

 


Η
Θύρα

Κλειστή βρήκα την πόρτα την παλιά.
Ξύλινη, κλειστή, πολυχρωματισμένη,
ήταν η πόρτα η παλιά.
Ήταν, με πολλά και διάφορα χρώματα, βαμμένη,
η παλιά, η ξύλινη, η πόρτα, στη ζωή της.
Επάνω, 
κάποιος περαστικός, είχε γράψει, το όνομα του!
Ψάχνω τα κλειδιά, τα παλιά κλειδιά, στη ζώνη μου.
Άδικα ψάχνω, έχασα τα κλειδιά της πόρτας,
της πολυχρωματισμένης  και παλιάς πόρτας.
Χτυπώ με τα γυμνά τα χέρια, δυνατά!
Δεν ανοίγει, κανείς δεν απαντά, Σιωπή.
Έχει και ένα χερούλι μπρούτζινο, παλιό,
άχρηστο και άσκοποαπ' τον καιρό.
Το αυτί μου, πάνω στην πόρτα Βάζω.
Καμιά φωνή, κανένα κλάμα,
κανένας θόρυβος, μόνο Σιωπή!
Μόνο, ένας ήχος ρυθμικός, σπάει τι Σιωπή,
Χτυπάει στα βήματα του αέρα που περνά,
φαίνεται ξεχασμένο παραθυρόφυλλο να είναι.
Ίσως, από περαστικό, επισκέπτη, ξεχασμένο.
Τρέχοντας, φεύγοντας, βιαστικός, το ξέχασε,
το ξέχασε ανοιχτό, στου αέρα το έλεος.
Ψάχνω ακόμη τα κλειδιά στη ζώνη μου.
Τώρα είναι αργά, τα έχω χάσει, μάλλον.
Ίσως, μου έχουν πέσει σ' αυτό το βαθύ πηγάδι,
τότε, που διψασμένος έψαχνα νερό, να πιω.
Ίσως!
Ίσως και να χτυπώ σε ξένη πόρτα...


γ.σ.δ. (πόλεμος προ των θυρών)

venerdì 10 maggio 2024


 Ο Καιρός!

Παίζοντας, με του καιρού τους κύκλους,

τον δρόμο και τις παλιές ορμές ξεχάσαμε.

Τα μονοπάτια πέτρες γέμισαν ,

και αγκάθες και στροφές ανέξοδες.

Παίζοντας με τον χρόνο και τα όνειρα,

γράψαμε τραγούδια και ιστορίες, πολλές.

Αφήσαμε ένδοξες γραφές, στα μάρμαρα,

γεμίσαμε τους τόπους με σκιές,

γράψαμε μεγάλα παραμύθια, πολλά!

Υψώσαμε ναούς τρανούς, μέχρι τους ουρανούς,

για τα παιδιά μας, τους Θεούς!

Φορτώσαμε τα κάτασπρα καράβια, 

με άξιες πέτρες και ακριβές, ρουμπίνια,

διαμάντια, σμαράγδια, ζαφείρια και πολλά χρυσαφικά.

Μαύρα και κόκκινα πανιά σηκώσαμε,

για τον μακρινό, τον άλλο ορίζοντα.

Το ατέλειωτο ταξίδι ξεκινήσαμε!

Ψάχναμε και ψάχνουμε, ακόμη, αλήθειες.

Αλήθειες μεγάλες σαν τα όνειρα.

Έχουμε γίνει πειρατές σε άγραφες θάλασσες,

χαθήκαμε μέσα στους κύκλους τους μεγάλους

του χρόνου και του καιρού τους κύκλους.

Πολλοί και ατέλειωτοι οι ορίζοντες!

Σαν τις χάντρες και τις προσευχές,

ατέλειωτος είναι, ο αιώνιος κύκλος.

Ο ένας μετά τον άλλο , 

σαν τις άγνωστες Αλήθειες,

σαν τους άγνωστους Θεούς,

κάνουν Κύκλους στις απαλάμες μας!

Άπειρους Κύκλους !

γ.σ.δ.

domenica 21 aprile 2024

ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ

 








ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ

Της Νύχτας τα καμώματα,
παίζουν με τις καρδιές μας.
Ανθρώπους και στεναγμούς,
φωνές και θύμησες πολλές,
γεμίζουν τα όνειρα μας.

Της Νύχτας τα παιδέματα,
πολεμιστές μας κάνουν,
σε μάχες και σε πόλεμο,
ατέλειωτο μας βάζουν.

Μάχες μεγάλες και τρανές,
γεμίζουν τα όνειρα μας,
με στεναγμούς και αίματα,
στερεύουν την καρδιά μας.

Ο Έρωτας και ο Πόλεμος,
ποτάμια δάκρυα σπέρνουν,
πνίγουνε τις πολλές καρδιές,
και καίνε τα παλάτια.

Οι βρύσες εστερέψανε,
και τα δεντρά εσκύψαν,
και οι άνθρωποι γονατιστοί,
ψάχνουνε τις άγνωστες Αλήθειες.

Στα απάτητα ψηλά βουνά,
γκρεμοί απελπισίας και φόβου,
πέτρινες σκάλες και μονοπάτια,
Σήμερα Βασιλεύει μόνο η Σιωπή.

Όνειρα, σύννεφα και αέρας,
τον παλιό τον κόσμο ξεριζώνουν.
Της γνώσης τα λιμάνια μακριά,
αγκυροβόλια της ευκαιρίας,
δεν υπάρχουν, άγνωστα είναι.

Ούτε πέρα από τους ορίζοντες,
του καιρού και της ζωής,
δεν υπάρχουν, βέβαια λιμάνια,
του χρόνου οι ταξιδιώτες λένε!

γ.σ.δ. με λἐνε, αν θέλετε

sabato 16 marzo 2024

Απλόχερος!

 

Ο Απλόχερος!

Τα ψίχουλα να δώσεις στα πουλιά!
Και όταν στο δρόμο τον πλατύ θα βγεις,
ελεημοσύνη στους μοναχούς και στους φτωχούς,
έστω και λίγη, αν θες, να δώσεις.
Αν θέλεις δώσε ελεημοσύνη και σε σένα.
Ένα λουλούδι, χρώματα,
μια μυρωδιά και αρώματα,
να σου χαρίσεις, το πρωί.
Αν θέλεις και την ανατολή τού Ήλιου,
χάρισε σου, την σημερινή!
Το δειλινό, άφησε το, γι' αργότερα.
Ξέχασε το, το δειλινό!
Τα όμορφα τα χρώματα του,
τα καμώματα του ορίζοντα,
για άλλους είναι, μην περιμένεις,
δεν θα τα δεις.
Ίσως σε περιμένουν, άλλοι ορίζοντες ,ίσως.

γ.σ.δ.



martedì 20 febbraio 2024

 


Τα ποντοπόρα πλοία.


Τα αρχαία καράβια, ἐν πλῷ, αλλάξαν γνώμη.
Με άγνοια του Κυβερνήτη βέβαια!
Ούτε το πλήρωμα ήταν εν γνώση.
Τα ίδια τα πλοία, μεγάλα και μικρά, το αποφάσισαν.
Έλεγαν μεταξύ τους, στα κρυφά,

χωρίς τηλέγραφο, ασύρματο και κόρνες,

χωρίς σινιάλα σημαιών και άλλα χρώματα,
ότι το ποιό παλιό καράβι είδε ένα όνειρο.
Όχι όλα, τα περισσότερα το πιστεύουν,
το πιστεύουν και το λένε δυνατά, τώρα.
Ίσως να ζήλεψαν τους γλάρους, ίσως!
Αλλά και λένε, ότι βαρέθηκαν τον πόλεμο,
βαρέθηκαν  τους αγώνες και τον αιώνιο πόλεμο,
με τα κύματα και τους ανθρώπους.
Αποφάσισαν, σε μεγάλη ολομέλεια
στα ανοιχτά τα πέλαγα της θάλασσας,
ζωή να αλλάξουν, μυστικά και αδιάφορα.
Ένας γέρος πολυτεχνίτης, μαραγκός και μάγος,
τους φύτεψε φτερά, επάνω στο ζωστήρα τους,
όμορφα και μεγάλα, σαν τα φτερά των γλάρων!
Έβαλαν όμορφα, μεγάλα και πολύχρωμα πανιά.
Σημαίες και ταινίες χρωματιστές, πολλές
για να μιλούν με τον αέρα και τα σύννεφα.
Τώρα χαρούμενα πετούν πάνω από τις θάλασσες,
παρέα με τα σύννεφα και τα όνειρα.
Ξαφνικά, μια δυνατή φωνή, διάπλατα, σκίζει τον αέρα.
''Αυτό το καραβάκι με τα κόκκινα πανιά,
γιατί έμεινε με τη θάλασσα και τους ανθρώπους'';
Είναι ένας γέρος ασπρομάλλης Καπετάνιος,
καυχιέται πως είναι απόγονος του Ποσειδώνα.
και το καράβι του παλιό, ξύλινο, καλοφτιαγμένο,
το αγαπά, κοιμάται ακουμπισμένος στο κατάρτι του...
Μαζί, νύχτες και μέρες κοιτούν τον ήλιο,
το φεγγάρι, τα άστρα και μελετούν.
Με φαντασίες και όνειρα ταξιδεύουν, μακριά!
Τώρα μόνο οι κωπηλάτες είναι απελπισμένοι.
Κάθονται ο ένας δίπλα στον άλλο,
κλαίνε και αγκομαχούν δυστυχισμένοι,
με τα κουπιά τα ξύλινα αγκαλιά.
Μόνο τα όνειρα, τους έχουν μείνει.
Τώρα, πετούν ασταμάτητα, πέρα και μακριά,
πέρα από τους γνώριμους ορίζοντες.
Καράβια και κωπηλάτες, μαζί, ψάχνουν!

Ψάχνουν να βρούν, αν υπάρχουν, ἀλλους ουρανούς.

Ψάχνουν να βρουν, άλλα όνειρα,

άλλους ορίζοντες, άλλα χρώματα,
άλλα δειλινά, και αν τους συναντήσουν,
άλλους ανθρώπους, καλημέρα να τους πουν!
Με την ελπίδα ότι, ισως, να τους καταλάβουν...

domenica 9 ottobre 2022

 

Ο Κωπηλάτης.


Αν είχα στα χέρια μου τον Εφευρέτη,

τον εφευρέτη της κλεψύδρας,

θα τον έβαζα τιμωρία.

Αιώνια τιμωρία!

Αιώνιο κωπηλάτη,

σε μια παλιά τριήρη,

να μετρά τον Χρόνο και τον Καιρό.

Τρομερή η αυθάδεια του, τρομερή!

Έκαμε την κλεψύδρα, γυάλινη,

επίτηδες νομίζω.

Να βλέπουμε την άμμο να περνά,

κάθε στιγμή, και να υποφέρουμε.

Θα τον έβαζα τιμωρία,

τον εφευρέτη,  σε μια παλιά τριήρη.

Σαν και τον άλλο κλέφτη,

τον αλυσοδεμένο .

στον μεγάλο βράχο.

Τον κλέφτη της φωτιάς!

Αν τον είχα στα χέρια μου,

σφιχτά  δεμένο, στο πόδι,

με αλυσίδα, αιώνια κατάδικο,

στην παλιά τριήρη θα τον έβαζα:

Κωπηλάτη, να μετράει τον Καιρό,

Κωπηλάτη, να μετράει τον Χρόνο,

Κωπηλάτη να μετρά του καραβιού την βόγκα.

Κωπηλάτης, αιώνια κατάδικος!

γ.σ.δ.



domenica 2 gennaio 2022

 


ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΑ ΤΕΊΧΗ


Ώρα καλή Γερόντισσα.
Την Ελένη ψάχνω,
Ψάχνω την Πηνελόπη,
Ψάχνω την Κλυταιμνήστρα .
Ώρα καλή σου, παλικάρι μου.
Ξένος είσαι;
Ναι Γερόντισσα, ξένος είμαι.
Τι κάνεις εδώ παιδί μου;
Τι ψάχνεις στο τόπο μας;
Τι ψάχνεις;
Ψάχνω την Ελένη, την Πηνελόπη, τη Κλυταιμνήστρα...
Η Πηνελόπη, το πρώτο σπίτι δεξιά,
το άσπρο το σπίτι.
Η Ελένη το τρίτο σπίτι αριστερά,
το κόκκινο το σπίτι.
Η Κλυταιμνήστρα το τελευταίο σπίτι,
το κίτρινο το σπίτι,
το σπίτι χωρίς παράθυρα!
Έφυγαν παιδί μου, να μην πας.
Γερόντισσα, που πήγαν;
Έφυγαν, πήγαν σ'άλλους τόπους.
Μακριά, πέρα από την Θάλασσα,
σε ξένους τόπους.
Γερόντισσα, θα γυρίσουν πίσω;
Όχι, όχι παιδί μου.
Γιατί Γερόντισσα;
Γιατί παιδί μου, λένε, πώς,
σ' αυτούς τους ξένους τόπους,
τη μέρα, κάθε μέρα,
τρώνε τρεις φορές,
άσπρο ψωμί...
Γερόντισσα, αλήθεια είναι;
Λένε πώς είναι αλήθεια, λένε.
γ.σ.δ.